ξεζούμισμα

ξεζούμισμα
τό
1) выдавливание, выжимание сока; 2) перен. выжимание соков (из кого-л.)

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "ξεζούμισμα" в других словарях:

  • ξεζούμισμα — το η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού ξεζουμίζω, στίψιμο, απομύζηση, εξάντληση …   Dictionary of Greek

  • ξεζούμισμα — το, ατος 1. αφαίρεση του ζουμιού. 2. μτφ., εκμετάλλευση, οικονομική εξάντληση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θλίψη — και χλίψη, η (ΑΜ θλῑψις) [θλίβω] 1. πίεση, συμπίεση, σύνθλιψη, ζούλημα 2. λύπη, οδύνη, ψυχικός πόνος, στενοχώρια νεοελλ. 1. στείψιμο, ξεζούμισμα 2. φυσ. μηχανική καταπόνηση, που υποβάλλει ένα υλικό σε αυξημένη πίεση και, συνεπώς, προκαλεί μείωση… …   Dictionary of Greek

  • στύψιμο — το, Ν 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού στύβω, συμπίεση ενός πράγματος για την αφαίρεση τού υγρού ή τού χυμού που περιέχει (α. «το στύψιμο τών ρούχων» β. «το στύψιμο τών πορτοκαλιών») 2. μτφ. εξάντληση, ξεζούμισμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. στυψ τού αόρ …   Dictionary of Greek

  • έκθλιψη — η 1. (για καρπούς), στίψιμο, ξεζούμισμα: Έκθλιψη σταφυλιών. 2. (γραμμ.), αποβολή του τελικού φωνήεντος λέξης πριν από το αρχικό φωνήεν της επόμενης: Στη φράση «απ άκρη» έπαθε έκθλιψη το ο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»